Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2011

Έπαινος στην αρχαία ελληνική γλώσσα

 Διαβάζω στο Γέροντα το κείμενο "Διήγησις περί αγάπης πάνυ ωφέλιμος" από το Μηναίον του Σεπτεμβρίου (8η του μηνός), 'οπου, μεταξύ άλλων, αναφέρονται και τα εξής:  " ..τι τοις λογισμοίς δι΄εμέ πολιορκή και ταράττη, ω άνθρωπε;" .
Και ο Γέροντας σχολιάζει:
- Μ αρέσει αυτή η γλώσσα. Δεν την καταλαβαίνω μ ευκολία, αλλά μ αρέσει. Μου φαίνεται πιο αγία. Δεν ξέρω γιατί. Ίσως κάνω λάθος.
- Μήπως εξαγιάζεται και η γλώσσα από τα νοήματα που εκφράζει; Σ αυτή τη γλώσσα έχουν εκφραστεί πολλά και πολύ σημαντικά πράγματα.
- Ναι, και αυτό. Αλλά μ αρέσει που η κάθε λέξη είναι ακριβώς στην θέση της. Δεν είναι λίγο πιο δω, λίγο πιο κει. Σαν πέτρα που μπαίνει από τον κτίστη στην θέση που είναι γι αυτήν. " Η της στειρώσεως μεταβολή, την κοσμικήν των αγαθών, διέλυσε στείρωσιν...". Πόσα λέει με λίγες λέξεις! Για να τα εξηγήσεις θέλεις πολλά λόγια. Μ αρέσει σ αυτή την αρχαία γλώσσα, που η κάθε λέξη είναι στην θέση της και δεν μπορείς με άλλη να πεις αυτό που λέει. 

 Από το βιβλίο: Μαθητεύοντας στον γέροντα Πορφύριο, σελ. 295-296

Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2011

Ευαγγέλιο Κυριακής, 27-11-2011

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄρχων λέγων· διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω; εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· τί με λέγεις ἀγαθόν; οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός. τὰς ἐντολὰς οἶδας· μὴ μοιχεύσῃς, μὴ φονεύσῃς, μὴ κλέψῃς, μὴ ψευδομαρτυρήσῃς, τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου. ὁ δὲ εἶπε· ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου. ἀκούσας δὲ ταῦτα ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ἔτι ἕν σοι λείπει· πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι. ὁ δὲ ἀκούσας ταῦτα περίλυπος ἐγένετο· ἦν γὰρ πλούσιος σφόδρα. ἰδὼν δὲ αὐτὸν ὁ ᾿Ιησοῦς περίλυπον γενόμενον εἶπε· πῶς δυσκόλως οἱ τὰ χρήματα ἔχοντες εἰσελεύσονται εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ! εὐκοπώτερον γάρ ἐστι κάμηλον διὰ τρυμαλιᾶς ῥαφίδος εἰσελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν. εἶπον δὲ οἱ ἀκούσαντες· καὶ τίς δύναται σωθῆναι; ὁ δὲ εἶπε· τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστιν.
Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, 18.18-27

Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2011

Συνωμοσιολογία και αντισημιτισμός: ένα επείγον ποιμαντικό πρόβλημα

Μερίδα του ελληνικού λαού χαρακτηριζόταν ανέκαθεν από την τάση να ανακαλύπτει παντού ξένο δάκτυλο, απόρρητα παρασκήνια, συνωμοσίες εις βάρος της πατρίδας μας και της πίστης μας, με έντονη τη συμμετοχή των Εβραίων σε αυτά. Τα τελευταία 2 χρόνια, όμως, το κακό παράγινε.
Τα βρώμικα νερά της συνωμοσιολογίας και του αντισημιτισμού πάντοτε και παντού επικρατούν σε καιρούς ανασφάλειας και φόβου. Η ξαφνική και ισοπεδωτική οικονομική κρίση έχει ωθήσει πολλούς συμπολίτες μας να βεβαιωθούν ότι σκοτεινά κέντρα, εμπνεόμενα από τον σιωνισμό, απεργάζονται τον αφανισμό της Ελλάδας, τόσο τον πολιτισμικό όσο και τον οικονομικό. Κάποιοι που πρόσφατα ανακάλυψαν τις δυνατότητες του διαδικτύου έχουν πλέον τραπή σε αχαλίνωτα σενάρια τα οποία διαδίδουν ηλεκτρονικά: πάντα κάτι πονηρό βρίσκεται πίσω από τα γεγονότα, πάντα κάποιοι «ειδήμονες» θα διαφωτισουν τους «αφελείς» για τις σκοτεινές πλευρές ορισμένων δημόσιων προσώπων, πάντα τα διάφορα μέτρα λαμβάνονται με απώτερο σκοπό να πληγή η πίστη και η πατρίδα. Αρχής γενομένης από τη περιβόητη (και τελικά διαψευσθείσα) δήλωση του Κίσινγκερ εναντίον του ελληνισμού μέχρι την άποψη ότι τα ταχυδρομικά τέλη των εντύπων αυξήθηκαν ώστε να χτυπηθή ο εκκλησιαστικός λόγος!
Κάθε κοινωνία διαθέτει τις παράνοιές της, κάθε λαός έχει τους συνωμοσιολόγους του. Αυτό που συμβαίνει στην ελληνική κοινωνία, όμως, ξεπερνά κάθε φαντασία. Με αφορμή το σοκ των οικονομικών μέτρων έχουν απελευθερωθή πλήθος από φοβίες που φώλιαζαν στο φαντασιακό των Ελλήνων. Με κορυφαίο σύμπτωμα την παλιά καταστροφική πληγή του αντισημιτισμού, η οποία κάποτε αιματοκύλισε τον κόσμο.
Το πρόβλημα θα ήταν σοβαρό έτσι κι αλλιώς, γίνεται όμως τραγικό όταν βλέπουμε να το υποδαυλίζουν και εκκλησιαστικά πρόσωπα. Μερίδα κληρικών, όλων των βαθμών, καθώς και λαϊκών θεολόγων και άλλων πιστών, έχουν προσχωρήσει άνευ όρων σε αυτή την παράνοια. Έχουν υιοθετήσει άκριτα τα «Πρωτόκολλα των σοφών της Σιών» αγνοώντας ότι αποτελούν χαλκευμένη προβοκάτσια εις βάρος των Εβραίων! Έχουν ασπαστή τη θεωρία ότι για όλα τα δεινά του ελληνισμού φταίνε οι Εβραίοι! (Το επικαλέστηκε και ο Χίτλερ για να κάνει τον λαό συνεργούς του). Έχουν αγκαλιάσει κάθε αλλοπρόσαλλη ή ανεύθυνη αντικαθεστωτική κίνηση, δηλαδή λένε αντανακλαστικά «όχι» σε ό,τι προέρχεται από φορείς της εξουσίας, νομίζοντας ότι ενσαρκώνουν ένα νέο αντιστασιακό φρόνημα. Δεν προκαλούν έκπληξη όλα αυτά αν σκεφθούμε πως υπήρξαν κληρικοί που προ ετών διατύπωσαν δημόσια την κατηγορία ότι όσοι προωθούν τη λειτουργική ανανέωση υπηρετούν τα σχέδια της «Νέας Εποχής»! Η είσοδος και κληρικών στην παράνοια συνιστά πραγματικότητα λίαν ανησυχητική για την Εκκλησία και για τον τόπο.
Ουδείς είναι τόσο αφελής ώστε να αγνοεί πως η πολιτική διαθέτει νοσηρά παρασκήνια και πως οι εξουσίες του αιώνος τούτου είναι πάντοτε βουτηγμένες στα συμφέροντα. Ουδείς επαρκώς ενημερωμένος πολίτης παραγνωρίζει τις ενίοτε σατανικές μεθοδεύσεις του καπιταλιστικού συστήματος. (Ο Παπαδιαμάντης ονόμαζε «διαρκή αντίχριστον» την πλουτοκρατία). Εδώ, όμως, πρόκειται για κάτι άλλο. Αυτό που ενοχλεί εδώ είναι η νοοτροπία εκείνων των χριστιανών (παρόμοια με της Αριστεράς) η οποία ωθεί κάποιους να γίνονται εκούσια περιθωριακοί, στο να διαλέγουν να στέκονται πάντα στο «αντί», για να μπορούν να βρίζουν ατεκμηρίωτα. Ενοχλεί η συλλήβδην στοχοποίηση ενός βασανισμένου λαού όπως ο εβραϊκός, τον οποίο ταυτίζουν με εγκλήματα της ηγεσίας του και των λίγων σιωνιστών. Ενοχλεί η μεγαλομανής αντίληψη πως η Ελλάδα αποτελεί κέντρο του κόσμου και άλλη δουλειά δεν έχουν οι ισχυροί παρά να βυσσοδομούν εις βάρος της.
Δεν είναι τυχαίο πως περισσότερο ευάλωτα στις προβληματικές αυτές στάσεις είναι άτομα τα οποία διαβάζουν λίγο, σκέφτονται υπεραπλουστευτικά, συνηθίζουν να ενημερώνονται αποκλειστικά ή κυρίως από το διαδίκτυο. Στην επαρχία και στα λαϊκά στρώματα των μεγαλουπόλεων φαίνεται πως η συνωμοσιολογία και ο αντισημιτισμός ανθούν περισσότερο.
Αυτές οι διαπιστώσεις έχουν κοινωνιολογικό και ψυχολογικό ενδιαφέρον, διότι δείχνουν πως υπάρχουν κοινωνικές ομάδες οι οποίες αποτελούν ευκολώτερο στόχο χειραγώγησης: απλά, όπως αυτή ελάμβανε χώρα από τους πολιτικούς στο παρελθόν, τώρα την επιχειρούν οι δήθεν «ειδήμονες» καθώς και πρόσωπα κύρους, όπως κληρικοί. Στην πραγματικότητα πρόκειται δηλαδή για μάζες, που δεν διαμορφώνουν προσωπική γνώμη αλλά άγονται και φέρονται από εκείνους που ξέρουν πώς να τις ξεσηκώνουν.
Τα προβλήματα με τις στάσεις που περιέγραψα είναι δύο. Από τη μια, αποπροσανατολίζεται ο πολίτης από την κύρια ευθύνη του, την μετάνοιά του δηλαδή για όσα δεινά και ο ίδιος, με την πονηριά ή με τη ολιγωρία του, επεσώρευσε στον δημόσιο βίο και στην οικονομία. Αποθαρρύνεται από την εσωτερική αλλαγή του για την οποία πρέπει να εργασθή ώστε να επικρατήσει κάποτε επιτέλους και στον τόπο αυτό η ευνομία αντί για τις διαπλοκές συμφερόντων. Με άλλα λόγια, η συνωμοσιολογία και ο αντισημιτισμός είναι κατ’ ουσίαν λαϊκιστικά μεγέθη, διότι χαϊδεύουν τον Έλληνα ψιθυρίζοντάς του πόσο σπουδαίος και αθώος είναι, ένα θύμα των κακών της εκάστοτε εποχής.
Το άλλο πρόβλημα είναι πνευματικό. Τα μεγέθη αυτά νοθεύουν την ίδια την ουσία του χριστιανικού μηνύματος. Αντί ο πολίτης να θέτει σε προτεραιότητα την ιδιότητα του πιστού και να αγωνίζεται να αποτελέσει «ζύμη» και «άλας» μέσα στην εποχή στην οποία εκλήθη από τον Θεό, εθίζεται στο αίσθημα του αδικημένου, του σπουδαίου, του εγωκεντρικού, του χολωμένου, του μισούντος, και εν τέλει του συκοφάντη. Αντί να θεραπεύονται, δηλαδή, διεγείρονται τα χαμηλά ένστικτα και πάθη του «φυσικού» ανθρώπου και ματαιώνεται η πνευματική ανάκαμψη του.
Απέναντι στην κατάσταση αυτή, και πριν γιγαντωθή περαιτέρω (αφού αγνοούμε για πόσο καιρό ακόμη η πατρίδα μας θα δοκιμάζεται από την οικονομική κρίση), φρονώ πως η ποιμαίνουσα Εκκλησία οφείλει να ενεργήσει άμεσα και κατάλληλα. Υπάρχει ένα επείγον ποιμαντικό πρόβλημα το οποίο οφείλουμε να μην υποτιμήσουμε καθόλου και ενώπιον του οποίου θα πρότεινα τις εξής δράσεις:
-Να καταδείξουμε στους πιστούς ότι αμαρτάνει ενώπιον του Θεού όποιος υιοθετεί στάσεις απορριπτικές ή προσβλητικές για κάποιο έθνος. Το έθνος μας είναι ένα από όλα, με τις αρετές του και με τα ελαττώματά του. Ευλογήθηκε μεν από τον Θεό πλουσιοπάροχα αλλά σαν τον αρχαίο Ισραήλ: όχι για καύχηση αλλά για να μεταδώσει τις δωρεές. Τελικά, είτε μας αρέσει είτε όχι, η σύγχρονη πραγματικότητα το αποδεικνύει μέχρι τώρα ανίκανο και ανάξιο των ευεργεσιών αυτών.
-Να επισημάνουμε πως η καχυποψία, η εμπάθεια, καθώς και η εύκολη αποδοχή και διάδοση αναπόδεικτων κατηγοριών, συνιστούν πνευματικό πρόβλημα, πιθανόν και κώλυμα Θείας Κοινωνίας.
-Να τονίσουμε πως με τη συνωμοσιολογία και τον αντισημιτισμό προσφέρουμε χείριστες υπηρεσίες στην πατρίδα μας: διατηρούμε για τους εαυτούς μας μεγαλειώδη εικόνα η οποία έρχεται σε γελοία αντίθεση με την τωρινή μας κατάντια, ακυρώνουμε τη όποια προσπάθεια ανασύνταξης και αλλαγής νοοτροπίας, εκκολάπτουμε το «αυγό του φιδιού» το οποίο κανείς δεν γνωρίζει τι μορφή θα λάβει στο μέλλον, και εν τέλει στοχοποιούμε την χώρα μας στην Ευρώπη ως μια κοινωνία ιδιόρρυθμη και άνομη που ζη με φαντασιώσεις και φέρνει στην εξουσία ακροδεξιούς.
-Να διδάξουμε ότι γινόμαστε άξιοι διάδοχοι των σπουδαίων προγόνων μας, όχι με εθνικιστικές και αδιέξοδες κορώνες, αλλά με συστηματική και μεθοδική εργασία ηθικής αναδιοργάνωσης και κοινωνικής ανασύνταξης.
-Να καταστήσουμε σαφές ότι σωστός πολίτης είναι ο υπεύθυνος πολίτης. Εκείνος δηλαδή που δεν επωφελείται ο ίδιος από την φαυλοκρατία και αναξιοκρατία, έτσι ώστε να έχει το ηθικό σθένος της διαμαρτυρίας και της καταγγελίας. Και φυσικά διατηρεί ακέραιη την ευθυκρισία του ως προς τους πολιτικούς αλλά με τρόπο νηφάλιο και ακριβοδίκαιο.
Καθώς οδεύουμε προς ριζικές αλλαγές του ελληνικού κομματικού χάρτη, πιθανόν και της κοινωνίας ως συνόλου, είναι καιρός νομίζω να συμβάλουμε ως Εκκλησία στη διαμόρφωση ενός Έλληνα ωριμότερου πολιτικά και κοινωνικά. Δυστυχώς, όπως η δεκαετία του 1980 (με τις αμέτρητες κοινοτικές επιδοτήσεις που διοχετεύθηκαν στην κατανάλωση και όχι στην ανάπτυξη) υπήρξε η μεγάλη χαμένη ευκαιρία για τη χώρα, έτσι και οι δεκαετίες του 1990 (με το «Μακεδονικό») και του 2000 (με τις ταυτότητες) υπήρξαν χαμένες ευκαιρίες για την Εκκλησία. Προωθήθηκε η εσωτερική «κατανάλωση» και όχι η γνήσια εκκλησιαστική ανάπτυξη και αναδιοργάνωση.
Ας μην συνεχιστή το κακό. 
π. Βασίλειος Θερμός
αναδημοσίευση από: amen.gr

Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2011

Η τελευταία μέρα του γέροντα Ιάκωβου Τσαλίκη

Νύχτα της 20ης Νοεμβρίου - πρωί της 21ης. Ήρθε η ώρα να τελειώσει το μαρτύριο της ζωής αυτής. Αρκετά οι αρρώ­στιες, αρκετά και η άσκηση του μεγάλου βιαστή. Ο ίδιος ο μακαριστός γέροντας το γνώριζε καλά. Έπεφτε η αυλαία στο μικρόκοσμο και άνοιγε η αυλαία στον απέραντο, τον ατε­λεύτητο κόσμο της μακαριότητας και της δόξας. Γι' αυτόν που προορίζονται όσοι πόνεσαν πολύ και όσοι αγάπησαν τον Κύριο χωρίς όρια.
 Ο μακαριστός γέροντας Ιάκωβος αγρύπνησε αποβραδίς με προσευχή. Μα ο εξουθενωμένος δε λησμόνησε και τους πονε­μένους. Διάβασε τα τελευταία γράμματα και απάντησε περί­που σε δεκαπέντε. Παρηγόρησε, συμβούλεψε κατά περίπτω­ση. 21 του Νοέμβρη. Ξημερώνοντας θα γιόρταζε τα Εισόδια της Θεοτόκου. Ετοιμαζόταν όλη τη νύχτα, θα κατέβαινε. Κανονικά δε θα ‘πρεπε, μα το ήθελε πολύ. τόσο πολύ που τί­ποτα δεν μπορούσε να τον αποκλείσει από την τελευταία του θεία Κοινωνία. Με κόπο κατέβηκε, σκοτάδι ακόμα, στην Ακολουθία. Μερικοί μοναχοί πρόσεξαν μιαν άλλη διάθεση στο πρόσωπο του γέροντα. Ιλαρότητα υπέρμετρη, αγάπη ξε­χείλιζε ολόκληρος, το αγγελικό του χαμόγελο ατέλειωτο. Έγινε η Ακολουθία. Έψαλε γονατιστός τόσο άνετα και αναστάσιμα, λες και δεν ήταν άρρωστος.
 Η θεία φωνή του γέμιζε το ναό, εξαίσια μελωδία, λες και ψέλνανε πολλοί άγγελοι μαζί. Ημέρα ιερή για τον Ιλαρίωνα, γιατί το πρωί εκείνο, στα Φύλλα, τον χειροτονούσε ιεροδιάκονο ο μητροπολίτης Χαλκίδας. Φαινότανε πως η Λει­τουργία τούτη δεν έμοιαζε συνηθισμένη. Όμως. ούτε είπε ούτ' έδειξε τι έζησε στην τελευταία του Λειτουργία. Είδε πά­λι τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ; Είδε γύρω του Αγίους; Είδε το πανάγιο Αίμα του Κυρίου ή τον ίδιο τον Κύριο αμνό στην Άγια Τράπεζα. Όπως άλλοτε; Δεν το ξέρουμε.
 Το πρωί, λίγο πριν τις 9, βγήκε από το ναό, πήγε στην κουζίνα με καλή διάθεση και ήπιε καφέ. Τον περίμεναν όμως για εξομολόγηση. Σηκώθηκε σιγά σιγά, βγήκε, κατέβηκε τα σκαλιά μπροστά στην κεντρική πύλη της Μονής, προχώρησε για την απέναντι πτέρυγα και ανέβηκε τα λίγα σκαλιά. Σε λί­γα μέτρα το εκκλησάκι του Αγίου Χαράλαμπου. Εκεί συνή­θως εξομολογούσε. Το ίδιο και τώρα. Στις 10 η ώρα εξομολό­γησε τον αγιορείτη διάκονο Γεννάδιο, στον οποίο ευχάριστα μα σταθερά είπε μεταξύ άλλων:
- Καλά που ήρθες, να είσαι που θα με αλλάξετε, μη φεύ­γεις.
 Ο διάκος διαμαρτυρήθηκε με διάφορα λόγια για τα περί θανάτου του γέροντα, μα εκείνος επέμενε.
Τελειώνοντας την εξομολόγηση έδειχνε κουρασμένος, αλλά διατηρούσε χαρμόσυνη διάθεση. Σηκώθηκε, πήρε από το χέρι το διάκο και βγήκανε από το εκκλησάκι. Προχώρη­σαν, κατεβήκανε τα σκαλιά και μπήκανε στο ναό. Έκανε την προσευχή του, ασπάστηκε όλες τις εικόνες, ευχαρίστησε και δοξολόγησε. Μα πλέον ζούσε άλλες καταστάσεις. Μέσα του κι έξω του αυγαζόταν από θείο φως - γι' αυτό η ευφροσύνη και ιλαρότητα του προσώπου του. Τη θαυμαστή κατάσταση τούτη αξιώθηκε να δει μόνο ένας μοναχός, ο Εφραίμ. Καθά­ριζε τα μανουάλια του ναού και είδε το μακαριστό γέροντα να μπαίνει μεταμορφωμένος. Έλαμπε ολόκληρος και ακτι­νοβολούσε χαρά και αγαλλίαση. Στάθηκε ακίνητος και τον παρατηρούσε πλημμυρισμένος και ο ίδιος ο Εφραίμ από αγαλλίαση και έκπληξη.
 Βγήκε από το ναό και με το διάκο φέρανε γύρω γύρω τη Μονή εσωτερικά. Έβλεπε όλους τους χώρους, όλους τους μοναχούς, τους ευλογούσε ειρηνικά και τους μετέδιδε αγαλ­λίαση, που διαχυνόταν άφθονη από το αγγελικό του πρόσωπο. Αφού τελείωσε ο γύρος αυτός, ήθελε να βγουν έξω από τη Μονή. Βγήκανε από τη νότια πόρτα. Προχώρησε σιγά σι­γά δεξιά. Σταμάτησε στο εργαστήριο κι ευλόγησε με άπειρη αγάπη τους εκεί μοναχούς. Πάλι προς τα δεξιά, ενώ σταμα­τούσε στα εκκλησάκια και σταυροκοπιότανε πολλές φορές. Ανέβηκε ακόμα ψηλότερα, βορειοδυτικά. Ζήτησε να τον βοηθήσει ο διάκος ν’ ανεβούνε ακόμα λίγο. Από κει το μονα­στήρι φαινότανε όλο. Σαν από αεροπλάνο. Ήταν ωραίο, ανακαινισμένο, φροντισμένο... και το 'χε βρει ερείπιο, διαλυ­μένο, ξεχαρβαλωμένο και πολύ μικρότερο. Τώρα και ανακαι­νισμένο και γεμάτο με καλούς μοναχούς.
 Το κοίταζε από κει ψηλά και δεν το χόρταινε. Το βλέμμα του είχε τόση αγάπη για το μοναστήρι. Έμεινε να το κοιτάει αρκετά. Συλλογιζότανε άραγε πως βρήκε παλιά το μοναστή­ρι; Μάλλον όχι, γιατί δεν έφευγε από το πρόσωπο του καθό­λου η ευφροσύνη. Δεν ήταν ώρα για δυσάρεστες μνήμες... τώρα μόνο δοξολογούσε, οι στιγμές λίγες και αφιερώνονται στα μεγάλα...
 Τα πόδια δεν τον κρατούσαν.
- Έλα, παιδί μου. πάμε.
Γυρίσανε από την άλλη μεριά. Σχεδόν μεσημέρι. Μεσημέρι της 21ης.
Κατάκοπος, μετά το μεσημέρι, αποσύρθηκε για λίγο στο κελί του. Έφτασε όμως ο π. Αλέξιος, που έπρεπε για πρώτη φορά να κάνει κηδεία. Νέος ιερέας και δεν ήξερε το τυπικό και πως ψάλλεται. Με υπομονή ο μακαριστός γέροντας του είπε πως θα κάνει τούτο, πως εκείνο. Κι έπιασε να του ψέλνει τροπάρια της νεκρώσιμης Ακολουθίας. Έψελνε και ο Αλέ­ξιος, μα ο γέροντας έψελνε πολύ ωραία. Έκπαγλα και χαιρό­τανε όλο και περισσότερο. Σε κάποια στιγμή ο Αλέξιος νόμι­σε ότι έμαθε να ψέλνει τη νεκρώσιμη Ακολουθία και ήθελε να φύγει, ευχαριστώντας και παίρνοντας την ευχή του γέρο­ντα. Εκείνος όμως επέμενε να την ψάλουνε όλη από την αρχή. Έτσι κι έγινε. Την ψάλανε ολόκληρη, και ο γέροντας ήτανε όλο χαρά κι ευφροσύνη.
Έφυγε μετά τις 2 η ώρα ο π. Αλέξιος κι έμεινε μόνος ο γέ­ροντας. Στις 3.15 του χτύπησαν την πόρτα για καφέ και του είπαν ότι ήρθε η Γερασιμία. Κι ενώ δύσκολα δεχότανε στο κελί. είπε μόνος του:
-Να έρθει. Αυτό το παιδί έχει ανάγκη, πρέπει να το δω!
Αργότερα δέχτηκε τη Γερασιμία, για εξομολόγηση. Έβαλε το πετραχήλι του, έκατσε στην άκρη του κρεβατιού, βλέποντας τον Εσταυρωμένο, και άρχισε. Την άκουσε προ­σεχτικά, τη συμβούλεψε, της έδωσε κουράγιο... και ξαφνικά με αλλοιωμένη όψη της λέει:
-Εδώ, παιδί μου, είναι ο όσιος Δαβίδ... Και ο άγιος Ιά­κωβος ο Αδελφόθεος... ψάλε το Απολυτίκιο τους...
 Στο μεταξύ τα λεπτά περνούσαν και μέσα του ο γέροντας είχε πολλή αγωνία. Ήθελε να προλάβει να δει διάκο τον υποτακτικό του Ιλαρίωνα, που εκείνο το πρωί. στη Λειτουρ­γία, τον χειροτόνησε ιεροδιάκονο ο Σεβασμιώτατος μητρο­πολίτης Χαλκίδας Χρυσόστομος. Και χωρίς ν' ακούγεται κά­ποιος θόρυβος, στις 4.15. λέει στη Γερασιμία:
-Παιδί μου, άνοιξε τη ν πόρτα, ήρθαν οι πατέρες.
 Πράγματι, έφταναν στην πόρτα οι πατέρες. Τη στιγμή που στράφηκε στην πόρτα η Γερασιμία, δοκίμασε ο γέροντας να σηκωθεί, να σταθεί στα πόδια του... Μα την ίδια στιγμή είπε «ζαλίζομαι, ζαλίζομαι...» κι έγειρε, χάνοντας την ευστά­θεια του. Πρόλαβε η κοπέλα κι έπιασε λίγο το γέροντα και τον βοήθησε να μη χτυπήσει πολύ, πέφτοντας στο πάτωμα. Η αναπνοή του ήτανε πολύ δύσκολη και προσπαθούσε. Συγ­χρόνως έμπαιναν και οι πατέρες με πρώτο τον π. Ιλαρίωνα. Αμέσως σύγχυση, φόβος, πανικός, κλάματα... Γονάτισε δί­πλα του ο π. Κύριλλος, πήρε να του τρίψει τα χέρια... άλλοι μοναχοί τρέξανε στον Άγιο Χαράλαμπο και κλαίγοντας κά­νανε Παράκληση. Άλλος έτρεξε να τηλεφωνήσει σε γιατρό. Ο σφυγμός του μεγάλου ασκητή φάνηκε νηματοειδής, ανε­παίσθητος... Το πρόσωπο του πήρε λίγο κοκκινωπό χρώμα... έμεινε ήρεμο, χωρίς αγωνία... και μια στιγμή έκανε με τα σε­πτά χείλη του ένα μικρό φύσημα...
 Αυτό ήταν, σαν πουλάκι παρέδωσε το πνεύμα. Όλα είχα­νε τελειώσει. Στις 4.17 το απόγευμα, ο μακαριστός γέροντας άφησε το φθαρτό κόσμο του πόνου. Μπήκε σε μακάρια μονή του Τριαδικού Θεού.
 Οι πατέρες της Μονής δε θέλανε να πιστέψουν ότι ο γέρο­ντας έφυγε. Κάτι προσπαθούσανε να του προσφέρουν... σύγ­χυση απερίγραπτη, μιλούσαν κλαίγοντας... και η συνεννόη­ση δύσκολη. Πάντως όλα είχανε τελειώσει.

 www.egolpio.com